20/9/10

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΤΑΝΙΔΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΜΠΕΡΙΔΗ


Αδερφέ μου,
φίλε μου,
συνάδελφε, σύντροφε, ενάρετε πολίτη

Δημήτρη Καμπερίδη.


Η σύντροφός σου Λήδα και τα παιδιά σου, Εύα και Ορέστης, μου ζήτησαν να είμαι ο μόνος που θα σε αποχαιρετίσει εκ μέρους όλων, της οικογένειας, των συγγενών, των φίλων, των συναδέλφων, των παλιών συντρόφων.

Βαριά δουλειά, δύσκολη και επώδυνη αλλά ίσως αυτός ο αποχαιρετισμός με ανακουφίσει και μου πάρει ένα μέρος από το βάρος που νιώθω. Μην πεταχτείς λοιπόν και πεις "σταμάτα ρε Κοτανίδη να μιλήσει και κανένας άλλος", άλλωστε δεν ξέρω αν θα αντέξω μέχρι τέλους. Γι’ αυτό τα έγραψα.

Αδερφέ, φίλε, συνάδελφε, σύντροφε, ενάρετε πολίτη Δημήτρη Καμπερίδη, θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλες ακόμη προσφωνήσεις για να σε περιγράψω καλύτερα αλλά δεν το κάνω γιατί θα μου ξέφευγαν και μερικές λίγο άκομψες για τη στιγμή, από αυτές που σου έλεγα όταν ήμασταν εν στενώ.

Κρατώ το αδερφέ, το φίλε και το σύντροφε γιατί αυτό υπήρξαμε όλα αυτά τα χρόνια, σύντροφοι στην επανάσταση, στην τέχνη, σύντροφοι σαν πατέρες και οικογενειάρχες, σύντροφοι στις περιπέτειες και τους έρωτες, στις αλητείες, στις τρέλες και τις σαχλαμάρες, στη ζωή ολόκληρη.

Πάνε κάπου εξήντα χρόνια, από τότε που η τύχη μας έφερε να μένουμε δίπλα-δίπλα στη Δράμα, να παίζουμε μπάλα, να μαλώνουμε νυχθημερόν όπως τα αδέρφια και να φωνάζουμε για την αγαπημένη μας ομάδα τη Δόξα Δράμας. Με την ευκαιρία να ξέρεις ότι ξεκίνησε το πρωτάθλημα της Β΄ εθνικής χθες με νίκη.

Μαζί ξεκινήσαμε από τη Θεσσαλονίκη να κατεβούμε στην Αθήνα για να γίνουμε ηθοποιοί, να ανακαλύψουμε το θέατρο στη Σχολή, να μάθουμε καλά την τέχνη μας, τον Σαίξπηρ και τον Αισχύλο, μαζί ανακαλύψαμε τον Μαρξ και την επανάσταση που θα άλλαζε τον κόσμο «μα και χωρίς τον Μαρξ εμείς ξέραμε που θα ταχθούμε» όπως λέει ο αγαπημένος μας Μαγιακόφσκι, με τους αδύνατους.
Μαζί προχωρήσαμε στο Ελεύθερο Θέατρο και την περιπέτεια της ομαδικότητας που λίγοι κατάλαβαν και θα καταλάβουν ποτέ τι σήμαινε για μας, πόσο αναγκαία ήταν αυτή η ομαδικότητα, που μέσα από τεράστιες δυσκολίες και κόντρες μας ένωνε σε μια ποιότητα ανώτερη.

Παρέα μας χτύπησε στα είκοσι χρόνια μας η δικτατορία που μας φίμωσε και μαζί αποφασίσαμε να αντισταθούμε, μαζί ενταχθήκαμε στις γραμμές του ΕΚΚΕ που υποσχόταν μια άλλη αριστερά, επαναστατική και ηθική και το υπηρετήσαμε με πάθος και αίσθημα αληθινό. Χωρίσαμε όταν βρέθηκα στη φυλακή κι εσύ κυνηγημένος από τα χουντικά βρομόσκυλα κατάφερες να διαφύγεις στη Γερμανία. Μαζί χαρήκαμε την πτώση της χούντας και την ελευθερία για την οποία παλέψαμε. Και όταν καταλάβαμε ότι η επανάσταση είναι αδύνατη, δεν πάψαμε να πιστεύουμε αλλά ξέραμε πλέον ότι οι επαναστάσεις προδίνονται και καταρρέουν από τα μέσα, από το πάθος που έχουν οι άνθρωποι που ηγούνται για την εξουσία. Από τα κατεστημένα κυκλώματα και την απληστία.

Τότε είπαμε ότι για μας η λύση είναι να προσπαθήσουμε να είμαστε καλοί άνθρωποι, καλοί και ενάρετοι πολίτες. Εσύ το προσπάθησες και το πέτυχες, υπήρξες ένας δίκαιος και ενάρετος πολίτης σε μια αβαθή δημοκρατία, έζησες στο φως, έμεινες έξω από την σκοτεινιά και τη δυσάρεστη οσμή των κυκλωμάτων και των κομματικών μηχανισμών που κυριάρχησαν στη μεταπολίτευση, πράγμα που δεν συγχωρούν.

Γι’ αυτό και πήρες λιγότερα από όσα σου ανήκαν, λιγότερες ευκαιρίες να προσφέρεις με την τέχνη σου και το ταλέντο σου. Αλλά και με αυτές τις ευκαιρίες που είχες έδωσες το στίγμα της τέχνης σου και του ήθους σου, διακρίθηκες σε όλα τα είδη που υπηρέτησες, στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, έλαμψες έστω και καθυστερημένα στην τραγωδία και στην Επίδαυρο και κέρδισες την εκτίμηση την αγάπη όλων αυτών που είχαν τη χαρά να δουλέψουν μαζί σου, να σε γνωρίσουν και να φωτιστούν από το την παρουσία και την ύπαρξή σου. Την εκτίμηση και την αγάπη των φίλων, των συναδέλφων των συμπολιτών και του κοινού.

Δεν «μήδισες» και δεν αλληθώρισες ποτέ προς την εξουσία και τις κάθε λογής «σατραπείες» που προσφέρει γι’ αυτό και σου αξίζουν «τα δίκαια και τα ανεκτίμητα εύγε» που λέει ο άλλος αγαπημένος μας, ο Καβάφης.
«Αγαθοίς ανδράσιν μείζων ο κατόπιν και μετά την τελευτήν έπαινος, φθόνου ουκ επί πολύ επιζώντος» έγραψε ο Θουκυδίδης. Για σένα δεν χρειαζόταν να φύγεις για να έρθει ο έπαινος, τον είχες και εν ζωή, τώρα απλώς θα γίνει μείζων.

Αγαπημένε μας Δημήτρη, ήσουν τυχερός που είχες στο ταξίδι σου σύντροφο τη Λήδα, αυτήν την θαυμάσια και δυνατή γυναίκα με την οποία πορεύτηκες στη ζωή και μεγαλώσατε δύο εξαίρετα παιδιά για τα οποία καμάρωνες και καμαρώνουμε όλοι.
Ο πόνος τους είναι πολύ μεγάλος όπως και όλων μας γιατί έφυγες τόσο νωρίς, τώρα που θα χαλάρωνες και θα απολάμβανες τα εγγόνια σου, τώρα που «αρχίζαμε να κατεβαίνουμε το λαγκάδι των χρόνων» όπως λέει ο Οθέλλος και ελπίζουμε ότι θα γίνουμε σοφότεροι. Φαίνεται ότι δεν ήθελες να γεράσεις, και αποφάσισες ότι δεν σου πάει ο ρόλος του ασθενή γι’ αυτό έφυγες γρήγορα.

Υπάρχει όμως για όλους μας μια παρηγοριά, για τη Λήδα ότι ήταν η σύντροφος ενός σπουδαίου ανθρώπου και τα παιδιά σου παιδιά ενός δίκαιου και καλού πατέρα. Και για μας τους υπόλοιπους που θρηνούμε, ότι γνωρίσαμε έναν άνθρωπο που ήταν καλός κ’ αγαθός άνθρωπος.
Ο Γιώργος Σεφέρης γράφει: «όταν στο δρόμο της Θήβας ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι’ αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απάντησή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα».

Να πεις χαιρετίσματα εκεί που θα πας στον αδερφό σου το Λάκη που τον χάσαμε κι’ αυτόν πριν λίγους μήνες, στο Σταύρο Καλάρογλου, τον Μήτσο Ευθυμιάδη και τον Μηνά Κωνσταντόπουλο. Να χαιρετίσεις και να αγκαλιάσεις τον Νίκο Σκυλοδήμο, τον Γιώργο Σαμπάνη, την Χριστίνα Σιμοπούλου, τα παιδιά του Ελεύθερου Θεάτρου που έφυγαν νωρίτερα, από μας τους υπόλοιπους που ήμαστε εδώ και σε αποχαιρετούμε.

Εκ μέρους όλων, της Λήδας, του Ορέστη, της Εύας, της Αγγελικής, των εγγονών σου, των συγγενών, των φίλων, των συναδέλφων και των συντρόφων σου απευθύνω το ύστατο Χαίρε. Το κενό που αφήνεις είναι πολύ μεγάλο, προσωπικά ξέρω πως δεν θα βρω άλλον άνθρωπο να μαλώνω και να βρίζομαι καθημερινά, αλλά να ξέρεις ότι δεν θα πάψεις στιγμή να είσαι ανάμεσα μας, στο θέατρο, στις παρέες, στις συναντήσεις, στους αγώνες της Εθνικής, στο Φίλιον αλλά και στην προσδοκία της μεγάλης αλλαγής που επειδή δεν βρίσκω άλλη λέξη και ίσως επειδή είμαι αμετανόητος, θα την πω και πάλι επανάσταση.

13/9/10

Γιώργος Κοτανίδης